Ότι είμαι αγράμματος και δεν μπορώ να βαστήσω ταχτική σειρά 'σ ταγραφόμενα, και...τότε φωτίζεται και ο αναγνώστης.Μπαίνοντας εις αυτό το έργον καιακολουθώντας ναγράφω...........(Μακρυγιάννης)

.......να γράφω δικά μου, να γράφω δικά σας, να γράφω και ξένα. Οπιανού και νάναι πάλι εγώ θα γράφω, ακόμα και αν δε μου αρέσουν αυτά που έχετε γραμμένα, απλά γιατί αρέσουν σε σας που τα γράψατε και σε σας που τα βλέπετε, κι αν σας πικράνω μη λησμονάτε τα λόγια του George Orwell ….. εάν σημαίνει κάτι τέλος πάντων η Ελευθερία, σημαίνει το δικαίωμα του να λες στους ανθρώπους αυτά που δεν θέλουν να ακούσουν.

Παρασκευή 22 Ιουνίου 2012

Οι απλές σκέψεις ενός « Άγριου» σύγχρονος προβληματισμός των «πολιτισμένων»


Θα ήθελα να σας παρουσιάσω τις σκέψεις ενός «άγριου» φύλαρχου από το νησί Τιαβέα του Ειρηνικού, οπως τις κατέγραψε ο Erich Scheurmann, ένας Γερμανός λογοτέχνης ο οποίος επισκέφτηκε κατά την δεκαετία του 1920 τους Σαμόα, τότε μια γερμανική αποικία. Ο ίδιος ισχυρίστηκε πως ήταν αυθεντικοί λόγοι του φυλάρχου Τουιάβιι ο οποίος επισκέφτηκε την Ευρώπη για να μιλήσει για τον "Παπαλάγκι" ( ή Παπαλάνγκι που σημαίνει λευκός) στην φυλή του. Βέβαια πλέον αυτοί οι λόγοι θεωρούνται φανταστικοί αλλά παρόλα αυτά έχουν μεγάλη αξία καθώς παρουσιάζουν με μια άλλη οπτική τον Δυτικό πολιτισμό.
Θα ήταν λάθος βέβαια κατ᾽εμέ να εκλάβει κανείς όλα αυτά ως μια πρόταση για επιστροφή σε πρώιμες ή πρωτογονικές μορφές του πολιτισμού και της τεχνολογίας, μια πρόταση οπισθοδρομισμού και δαιμονοποίησης της τεχνολογίας και των τεχνολογικών επιτευγμάτων. Αντίθετα θα πρότεινα την ανάγνωση των παρακάτω αποσπασμάτων με στόχο τον προβληματισμό για το κατα ποσο η περιπλοκότητα του σημερινού μας πολιτισμού μας εξυπηρετεί ή τελικά αν μας σέρνει και αιχμαλωτίζει. 
Τα παρακάτω αποσπάσματα  προέρχονται από το βιβλίο Ο ΠΑΠΑΛΑΝΓΚΙ , Εκδόσεις Ύψιλον. 

«Αν μιλήσεις σε κάποιον Ευρωπαίο για τον Θεό της αγάπης, θα μορφάσει και θα χαμογελάσει. Θα χαμογελάσει για την αφέλεια των σκέψεών σου. Δωσ' του όμως ένα γυαλιστερό, στρογγυλό κομμάτι μέταλλο ή ένα μεγάλο βαρύ χαρτί, και θα δεις αμέσως τα μάτια του να γυαλίζουν και τα σάλια του να τρέχουν».

«Ο Παπαλάγκι έχει τόσα επαγγέλματα όσες είναι οι πέτρες μέσα στη λίμνη. Κάθε πράξη του την κάνει επάγγελμα. Είναι ωραίο να φέρνει κανείς μια φορά νερό από την πηγή, ακόμη και περισσότερες φορές την ίδια μέρα. Όποιος όμως πρέπει από την ανατολή μέχρι την δύση του ηλίου και κάθε ημέρα ξανά και κάθε ώρα, όσο φτάνει η δύναμή του, να κουβαλάει συνέχεια νερό - αυτός τελικά θα πετάξει με οργή τον κουβά μακριά του αγανακτισμένος για τα δεσμά στο κορμί του. Γιατί τίποτα δεν είναι τόσο δύσκολο για τον άνθρωπο, όσο να κάνει πάντα το ίδιο ακριβώς πράγμα».

«Και γι' αυτό μέσα στους ανθρώπους των επαγγελμάτων ζει ένα φλογερό μίσος. Όλοι αυτοί έχουν στην καρδιά τους κάτι σαν ζώο, που το συγκρατούν δεσμά, που επαναστατεί και που όμως δεν μπορεί να ελευθερωθεί. Και όλοι συγκρίνουν μεταξύ τους τα επαγγέλματά τους, γεμάτοι φθόνο και μίσος, μιλάν για ανώτερα και κατώτερα επαγγέλματα, παρ' όλο που όλα τα επαγγέλματα δεν είναι παρά μισοδουλειές. Γιατί ο άνθρωπος δεν είναι μόνο χέρι ή μόνο πόδι ή μόνο κεφάλι, είναι όλα μαζί ενωμένα. Χέρι, πόδι και κεφάλι θέλουν να είναι μαζί. Μόνο όταν όλα τα μέλη και οι αισθήσεις ενεργούν από κοινού μπορεί μια ανθρώπινη καρδιά να γιατρευτεί από χαρά, ποτέ όμως όταν μόνο ένα μέρος του ανθρώπου έχει ζωή και τα άλλα πρέπει να είναι όλα νεκρά. Αυτό προξενεί στον άνθρωπο σύγχυση, απελπισία ή αρρώστια».

«Ο Παπαλάνγκι είναι ένας άνθρωπος με εντελώς δική του λογική. Κάνει πολλά που δεν έχουν νόημα και τον αρρωσταίνουν κι όμως τα εξυμνεί και τραγουδά τραγούδια γι’ αυτά του τα κατορθώματα
…Ένας άλλος λόγος που κάνει τον Παπαλάνγκι να ξεχωρίζει, είναι ότι λέγοντας πολλά λόγια, προσπαθεί να μας πείσει ότι είμαστε φτωχοί και άθλιοι, και ότι χρειαζόμαστε πολλή βοήθεια,
γιατί δεν έχουμε πράγματα».

«Μόνο μια και μοναδική φορά συνάντησα κάποιον άνθρωπο που είχε πολύ χρόνο, που δεν παραπονιότανε ποτέ ότι του λείπει, αυτός όμως ήταν φτωχός, βρόμικος και περιφρονημένος. Οι άνθρωποι απόφευγαν να περάσουν από δίπλα του και κανένας δεν τον πρόσεχε. Εγώ δεν καταλάβαινα αυτή τη συμπεριφορά, γιατί το βάδισμά του ήταν χωρίς βιασύνη και τα μάτια του είχαν ένα ήρεμο, φιλικό χαμόγελο. 'Οταν τον ρώτησα, το πρόσωπό του συσπάστηκε και είπε θλιμμένα: "Ποτέ δεν ήξερα να εκμεταλλευτώ τον χρόνο μου, γι' αυτό και είμαι ένας φτωχός, περιφρονημένος φουκαράς." Ο άνθρωπος αυτός είχε χρόνο, κι αυτός όμως δεν ήταν ευτυχισμένος».

«Ω, αδέρφια μου, αν μπορούσατε να με πιστέψετε! Μπήκα μέσα στην σκέψη του Παπαλάνγκι, και είδα την βούλησή του τόσο καθαρά, σαν να την φώτιζε ο μεσημεριάτικος ήλιος. Επειδή καταστρέφει τα πράγματα του μεγάλου Πνεύματος, όπου κι αν βρεθεί, θέλει, αυτό που σκοτώνει, να το ξαναζωντανέυει, με την δική του δύναμη. Έτσι πείθει τον εαυτό του, ότι επειδή φτιάχνει τα πολλά πράγματα, είναι ο ίδιος το Μεγάλο Πνεύμα».


«Εκεί όπου βρίσκονται οι πολλές καλύβες του Παπαλάνγκι, στα μέρη που οι ίδιοι ονομάζουν πόλεις,
ο τόπος είναι έρημος όπως η παλάμη… γι αυτό ο Παπαλάνγκι τρελλάθηκε και παριστάνει το Μεγάλο Πνεύμα, για να μπορέσει έτσι να ξεχάσει όλα αυτά, που τού λείπουν. Επειδή είναι τόσο φτωχός, και η χώρα του τόσο θλιβερή, καταφεύγει στα πράγματα, τα μαζεύει, όπως μαζεύει ο τρελός του χωριού τα μαραμένα φύλλα, και γεμίζει με αυτά την καλύβα του. Γι αυτό και μας φθονεί, και θέλει να γίνουμε κι εμείς φτωχοί, σαν αυτόν».

Μια Ευρωπαϊκή καλύβα έχει τόσα πράγματα, που ακόμη κι αν κάθε άντρας ενός χωριού της Σαμόα γέμιζε την αγκαλιά του με αυτά, δεν θα έφτανε ολόκληρο το χωριά για να την αδειάσουν. Σε μιά μόνο καλύβα, υπάρχουν τόσο πολλά πράγματα, ώστε πολλοί λευκοί αρχηγοί χρειάζονται πολλούς άντρες και γυναίκες, που δεν κάνουν τίποτε άλλο, από το να τοποθετούν αυτά τα πράγματα στην θέση τους και να τα καθαρίζουν από την σκόνη. Ακόμη και η πιό μεγάλη Ταοπού, ξοδεύει πολύ χρόνο για να μετρά όλα τα πολλά της πράγματα, να τα τακτοποιεί, και να τα καθαρίζει.

«Οι άντρες και οι γυναίκες του λευκού κόσμου θα θρηνούσαν μέσα στις καλύβες μας, και θα έτρεχαν να μαζέψουν ξύλα, και το καύκαλο της χελώνας, γυαλιά, σύρματα, παρδαλές πέτρες, και πολλά ακόμη, από το πρωί μέχρι το βράδυ θα κινούσαν τα χέρια και τα πόδια τους, μέχρι η καλύβα τους να γέμιζε μικρά και μεγάλα πράγματα. Πράγματα που καταστρέφονται εύκολα, που μπορεί να τα αφανίσει κάθε φωτιά, και κάθε τροπική βροχή, έτσι που πάντα να πρέπει να φτιάχνονται καινούργια».

«Γι αυτό και τα πρόσωπα των λευκών είναι συχνά τόσο κουρασμένα και θλιμμένα, γι’αυτό μόνο ελάχιστοι από αυτούς βρίσκουν τον καιρό να δουν τα πράγματα του Μεγάλου Πνεύματος, να παίξουν στην πλατεία του χωριού, να γράψουν τραγούδια και να τα τραγουδήσουν χαρούμενα, να χορέψουν την ημέρα της γιορτής, και να χαρούν τα μέλη τους, όπως είναι καθορισμένο για όλους εμάς».

«Αυτοί πρέπει να αποκτούν πράγματα. Πρέπει να προσέχουν τα πράγματά τους να μην τους τα κλέψουν. Τα πράγματα γαντζώνονται πάνω τους, και σέρνονται, σαν τα μικρά μυρμήγκια της άμμου. Με απόλυτη ψυχρότητα κάνουν κάθε είδους έγκλημα για να αποκτήσουν πράγματα. Πολεμούν ο ένας τον άλλον, όχι για την Τιμή τους, ούτε για να μετρήσουν την πραγματική τους δύναμη, αλλά μόνο και μόνο για τα πράγματα».

«Το μεγαλύτερο από τα ψέμματα του Παπαλάνγκι είναι αυτό: τα πράγματα του Μεγάλου Πνεύματος είναι άχρηστα, ενώ τα δικά του είναι πολύ χρήσιμα, είναι πιό χρήσιμα».

«Τα πράγματα του Παπαλάνγκι , αν και είναι τόσο πολλά στον αριθμό, αν και αστράφτουν, και λαμποκοπούν, δεν φώτισαν τα μάτια του περισσότερο, δεν έκαναν τις αισθήσεις του εντονότερες.
Επομένως, τα πράγματά του είναι άχρηστα, και επομένως, αυτά που λέει, και αυτά που θέλει να μας επιβάλει, είναι κακόβουλα, και η σκέψη του, είναι διαποτισμένη από δηλητήριο».

«Ο Παπαλάνγκι άγαπάει πολύ το στρογγυλό μέταλλο και το βαρύ χαρτί, όμως αγαπάει και αυτό που δεν πιάνεται και που όμως υπάρχει - το χρόνο. Κάνει πολύ φασαρία και λέει πολλές ανοησίες γι ‘ αυτόν .
Παρόλο που ο χρόνος ποτέ δεν είναι περισσότερος απ’ όσο χωράει στο διάστημα μεταξύ ανατολής και δύσης του ήλιου, για τον Παπαλάνγκι ποτέ δεν είναι αρκετός».


«Πιστεύω ότι ο χρόνος ξεγλιστρά από τα χέρια του σαν το φίδι στην υγρή παλάμη, ακριβώς επειδή τον κρατά πολύ σφιχτά. δεν τον αφήνει να συνέλθει. τον κυνηγά πάντα με απλωμένα χέρια, δεν τον αφήνει να ησυχάσει, να ξαπλωθεί στον ήλιο. Θέλει ο χρόνος να ‘ναι πάντα κοντά του, τον θέλει να τραγουδά και να μιλά. Ο χρόνος όμως είναι σιωπηλός και ειρηνικός και αγαπά την ησυχία και το άραγμα στο στρώμα».


«Ο Παπαλάνγκι δεν έχει καταλάβει τι είναι ο χρόνος, δεν τον έχει αντιληφθεί σωστά και γι ‘ αυτό τον κακοποιεί με τις ωμές του συνήθειες».

«Η μια Άϊγκα (οικογένεια) συχνά δεν ξέρει τίποτα απολύτως για τις άλλες, λες και δεν τους χωρίζει μόνο ένας πέτρινος τοίχος, αλλά είναι σαν να βρίσκονται ανάμεσά τους βουνά και λαγκάδια και πολλές θάλασσες. Συχνά δεν ξέρουν τα ονόματά τους, κι αν συναντηθούν στην τρύπα της εισόδου χαιρετιούνται μόλις και μετά βίας ή μουρμουρίζουν μέσα από τα δόντια τους κάτι στον άλλο σαν κάτι εχθρικά έντομα. Σαν να τους εξοργίζει το ότι είναι υποχρεωμένοι να ζουν τόσο κοντά ο ένας με τον άλλο.




Οι σκέψεις και τα σχόλια δικά σας...




Share
Blog Widget by LinkWithin

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΕΧΕΤΕ ΚΑΤΙ ΝΑ ΠΕΙΤΕ